- μπεζεστένι
- το большой крытый рынок; пассаж
Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. И.П. Хориков, М.Г. Малев. 1980.
Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. И.П. Хориков, М.Г. Малев. 1980.
μπεζεστένι — το (Μ μπεζεστένι και μπεζεστένιν και πεζεστάνιον και πεζεστένι) μεγάλη σκεπαστή αγορά με πολλά εμπορικά καταστήματα («κάτω στους κάμπους τους πλατιούς, κάτω στα μπεζεστένια», δημ. τραγούδι). [ΕΤΥΜΟΛ. < όψιμο μσν. πεζεστένι < τουρκ bezesten… … Dictionary of Greek
μπεζεστένι — το ιού (λ. τουρκ.), μεγάλη σκεπαστή αγορά όπου πουλούν κυρίως κοσμήματα και υφάσματα … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)
Σέρρες — Πόλη (49.380 κάτ., αλλά 50.390 ο δήμος) της Ανατολικής Μακεδονίας, πρωτεύουσα της ομώνυμης επαρχίας και του ομωνύμου νομού. Διοικητικό και οικονομικό κέντρο του νομού και το μεγαλύτερο μετά την Καβάλα αστικό κέντρο Α της θεσσαλονίκης, πόλη με… … Dictionary of Greek
πεζεστένι — το / πεζεστάνιον ΝΜ βλ. μπεζεστένι … Dictionary of Greek
Θεσσαλονίκη — I (4ος αι. π.Χ.). Κόρη του Φιλίππου Β’ της Μακεδονίας και της συζύγου του Νικησίπολης, αδελφή του Μεγάλου Αλεξάνδρου. Σύζυγός της υπήρξε ο Κάσσανδρος, από τον οποίο απέκτησε τρεις γιους: τον Φίλιππο, τον Αντίπατρο και τον Αλέξανδρο. Τη σκότωσε ο… … Dictionary of Greek